Το ταιριαστό άλλο ολόκληρο

Οι άνθρωποι αρχικά ήταν ενωμένοι ανά δύο και κάποτε ο Δίας τους χώρισε με τους κεραυνούς του σε δύο μισά. Έκτοτε, είμαστε καταδικασμένοι να περιφερόμαστε στη γη αναζητώντας το άλλο μας μισό για να νιώσουμε ολόκληροι. Ο Αδάμ και οι απόγονοί του είναι επίσης καταδικασμένοι στην ίδια μοίρα αναζητώντας το κομμάτι που τους λείπει – την Εύα και τους απογόνους της- για να νιώσουν την αντίστοιχη ολοκλήρωση. Αυτές είναι δύο ιδέες-ιστορίες που καλλιεργούν μέσα στους αιώνες την πεποίθηση ότι οι άνθρωποι είμαστε ελλιπείς οντότητες και αναδεικνύουν την αγάπη ως μέσο ολοκλήρωσης και απάντησης σε αυτήν την πεποίθηση.

Με μια τέτοια βάση ωστόσο, η αγάπη όπως και οι άνθρωποι που μετέχουν σε αυτήν, συρρικνώνονται υπαρξιακά. Η αγάπη αποκτά μια χρησιμοθηρική, ανταλλακτική διάσταση. Με τα λόγια του Έριχ Φρομ, καταλήγουμε σε μια διατύπωση τύπου «σε αγαπώ γιατί σε χρειάζομαι» ενώ η πιο έντιμη και ουσιαστική εκδοχή θα ήταν «σε χρειάζομαι γιατί σε αγαπώ». Δεν πρόκειται για ένα φιλολογικό παιχνίδι λέξεων αλλά για μια θεμελιώδη μετατόπιση νοήματος. Όταν η βάση είναι η ανάγκη, πίσω από την οποία κρύβεται αυτή η αίσθηση ελλείμματος, τότε ανοίγει ο δρόμος για εκπτώσεις, συμβιβασμούς, χειριστικές καταστάσεις και μια ανελευθερία για όλα τα εμπλεκόμενα μέρη. Η αγάπη γίνεται ανταλλακτικό μέσο και εγκλωβιστική συνθήκη. Κάποιος μπορεί να προσφέρει συναίσθημα, δώρα, παραχωρήσεις, ενδεχομένως και ενάντια σε αυτό που επιθυμεί ή του κάνει καλό, από φόβο πχ μη μείνει μόνος. Ο Άλλος γίνεται αντίδοτο στην αίσθηση της μοναξιάς και η αγάπη, από αυτοσκοπός, γίνεται μέσο δωροδοκίας ή έκφρασης ευγνωμοσύνης.

Σε μια πιο ιδανική εκδοχή, μπορούμε να μιλήσουμε για συνάντηση Προσώπων αντί για αναζήτηση βάση ελλείμματος. Σε αυτήν την περίπτωση, αναζητούμε το ταιριαστό μας άλλο ολόκληρο αντί για το άλλο μας μισό. Αυτή είναι μια διεργασία η οποία επιτρέπει στους ανθρώπους να μεγαλώνουν, να ωριμάζουν, να κινούνται ελεύθερα εντός της σχέσης. Τη θέση της επιτακτικής ανάγκης και όλων των αδυναμιών και φόβων που τη συνοδεύουν, την παίρνει η ελεύθερη, συνειδητή επιλογή. Είμαι με τον άλλον γιατί τον επιλέγω και όχι γιατί τον έχω ανάγκη. Είμαι με τον άλλον γιατί εμπλουτίζει περαιτέρω μια ήδη γεμάτη ζωή και όχι για να μην είμαι μόνος μου, το οποίο είναι μια αρνητική διατύπωση. Ως σχέση προσώπων, εμφορείται από τις αξίες του σεβασμού, της ισότητας, της ελευθερίας, της αμοιβαιότητας. Με τα λόγια του Καντ, «Όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι εφόσον αποτελούν σκοπό και μόνο και ποτέ μέσο ο ένας για τον άλλον».

Σε μια λογική αναζήτησης έτερου μισού, υπερθεματίζεται η ομοιότητα, η σύγκλιση απόψεων, τάσεων, χαρακτηριστικών. Είναι κοινό μοτίβο οι άνθρωποι ν’ αναζητούν μια αντανακλαστική εκδοχή του εαυτού τους, με την ελπίδα ότι έτσι θα εδραιωθεί μια καλύτερη σχέση. Ο κοινός τόπος που είναι το απαιτούμενο εδώ μπορεί να πάρει διάφορες μορφές και είναι δυνατόν είτε να υπάρξει στην αρχή είτε να καλλιεργηθεί και να εδραιωθεί στην πορεία. Σε μια αγάπη μεταξύ Προσώπων το ζητούμενο δεν είναι η ευρεία ομοιότητα μεταξύ των ανθρώπων αλλά η ύπαρξη μιας ταυτότητας που οι διαφορές δεν βιώνονται ως απειλητικές αλλά ως ευκαιρία για αλληλοεμπλουτισμό και σύνθεση. Με βάση τα κοινά χαρακτηριστικά εδραιώνεται η σχέση αλλά είναι μέσω της ενσωμάτωσης των διαφορών και της πληθωρικότητας που δημιουργείται ένας κοινός σχεσιακός τόπος ζωντανός και γόνιμος που βοηθάει και τους δύο ανθρώπους να εξελιχθούν.

Δεν είναι όμως εύκολο. Πολλοί παράμετροι μπορούν να παρεμβληθούν και να διαταράξουν τη γέννηση και την εξέλιξη μιας τέτοιας αγάπης. Η αναζήτηση του άλλου μισού, παρά τις υπεράνθρωπες δυσκολίες που φαίνεται να ενέχει, είναι αρκετά κατευναστική. Καθώς συμμαχεί με τη μοίρα, με όπλα τη λογοτεχνία, τον κινηματογράφο και τις τέχνες γενικότερα, καλλιεργεί στη συνείδηση του ανθρώπου ότι το απόλυτο είναι εφικτό αλλά και επιθυμητό. Μια αγάπη δίχως κόπο, δίχως προσπάθεια, που απλά συμβαίνει, όπως δύο κομμάτια παζλ που συνενώνονται. Πρόκειται όμως για μια συμβιωτική ένωση, αντίστοιχη με τη σχέση μητέρας εμβρύου, όπου ο άνθρωπος πλέει σε ένα συμβολικό αμνιακό υγρό. Εκεί τα όρια καταργούνται, η σχέση είναι απόλυτη, όλες οι ανάγκες καλύπτονται και η τρομακτική μοναξιά του Εγώ δε βιώνεται. 

Μια τέτοια αγάπη, ενώ φαντάζει γοητευτική με μια πρώτη ανάλυση, έχει στον πυρήνα της μια αδικία, καθώς απαιτείται από τον άλλο, πότε πιο έντονα και πότε πιο διακριτικά, να γίνει το παν. Προσδοκάται η σχέση να καλύψει συναισθηματικά κενά, υπαρξιακές ανησυχίες, καθιστώντας την από σκοπό σε μέσο. Εφόσον κάτι τέτοιο δεν μπορεί να είναι βιώσιμο μακροχρόνια, όταν παρέρχεται ο έρωτας ξεκινάει η απομυθοποίηση με όλες τις συνεπαγόμενες απογοητεύσεις και συμβιβασμούς. 

Η αγάπη απαιτεί προσπάθεια, κόπο και φροντίδα, τόσο σε ατομικό όσο και σε σχεσιακό επίπεδο. Οι άνθρωποι που τη μοιράζονται, δεν αρκεί να δουλεύουν για να βελτιώσουν τη σχέση τους αλλά απαιτείται παράλληλα να επενδύουν στην αυτοβελτίωσή τους και πέραν της σχέσης. Μια πλούσια και με νόημα ζωή είναι απαραίτητη προϋπόθεση για μια αντίστοιχα πλούσια και με νόημα σχέση. Η αγάπη, όπως και η ευτυχία βρίσκεται παρεμπιπτόντως, στα πλαίσια μιας δημιουργικής και συνειδητοποιημένης πορείας.

Βιβλιογραφία

  • Fromm, E. (1989). The art of loving. New York: Perennial Library.

«Μεταφράζοντας το ανείπωτο»

Ψηφιακή και αναλογική επικοινωνία

Η ανθρώπινη επικοινωνία μπορεί να χωριστεί σε δύο βασικά είδη, την ψηφιακή και την αναλογική. Η ψηφιακή επικοινωνία είναι μια λεκτική επικοινωνία, η οποία αφορά τη χρήση του λόγου σε οποιαδήποτε μορφή με σκοπό να επικοινωνήσει ένα μήνυμα. Ως αναλογική επικοινωνία ορίζεται η μη λεκτική επικοινωνία. Αυτή περιλαμβάνει κυρίως τις χειρονομίες και την κίνηση του σώματος καθώς και όλο το εύρος των εξωλεκτικών ενδείξεων (τόνος και χροιά φωνής, το βλέμμα, την έκφραση του προσώπου κλπ).

Η ψηφιακή επικοινωνία, ως λόγος, προέκυψε αργότερα στην εξελικτική πορεία του ανθρώπου και είναι ικανή να μεταδώσει πιο σύνθετες σκέψεις και αλληλουχίες βιωμάτων και σχέσεων.

Το κύριο όφελός της είναι η ικανότητα να επικοινωνείται ένα εύρος πληροφοριών και να επιτρέπει μια βαθύτερη κατανόηση. Η αναλογική επικοινωνία από την άλλη, καθώς βρίσκεται πιο κοντά στο ζωντανό πυρήνα του ανθρώπου, είναι ικανή να μεταδώσει, με έναν σχεδόν μυστικιστικό τρόπο, τα πιο εγγενή ένστικτα και συναισθήματα, σε μια πιο καθάρια μορφή, αδιαμεσολάβητα από κοινωνικές συμβάσεις και νοητικούς περιορισμούς. Παρά τη διαφορετική τους φύση ωστόσο, λειτουργούν απολύτως συμπληρωματικά, για να αποτυπώσουν την πολυεπίπεδη ανθρώπινη συνθήκη, τόσο αναφορικά με το περιεχόμενο όσο και με την όψη της σχέσης.

Δε λειτουργούν όμως πάντα σε συμφωνία και αρμονικά. Προκύπτουν συχνά δυσκολίες στη μετάφραση του ενός είδους επικοινωνίας στο άλλο. Ένα βασικό ζήτημα είναι η λεκτικοποίηση του συναισθήματος. Ενώ ο πλούτος της γλώσσας έχει προνοήσει για τις κατάλληλες λέξεις που αντικατοπτρίζουν ακόμα και διακυμάνσεις του ίδιου συναισθήματος, παρ’ όλα αυτά καμία λέξη δεν μπορεί για παράδειγμα ν’ αποτυπώσει πλήρως την ένταση ενός χαδιού που υποδηλώνει στοργή. Το ίδιο ισχύει παραδόξως και αντίστροφα. Από μόνη της η αναλογική επικοινωνία επίσης δεν είναι αρκετή. Ένα χάδι είναι ένδειξη στοργής αλλά η ποιότητα, το μέγεθος, η έκταση ακόμα και οι επιφυλάξεις δεν μπορούν να μεταδοθούν και να κατανοηθούν πλήρως δίχως τις λέξεις.

Μια ακόμα διάσταση αυτής της συζήτησης είναι οι διάφορες «μεταφράσεις» που συντελούνται. Κάθε άνθρωπος νιώθει και εκφράζεται με έναν ιδιαίτερο, προσωπικό τρόπο. Η αναλογική επικοινωνία του ενός δεν ταυτίζεται απαραίτητα σ’ επίπεδο ερμηνείας με αυτή ενός άλλου ανθρώπου. Ένα σφιγμένο σώμα μπορεί να παρερμηνευθεί από τον άλλο ως ένδειξη θυμού ή επιθετικότητας ενώ μπορεί κάλλιστα να είναι ένδειξη συστολής ή άγχους. Η ψηφιακή επικοινωνία, η λεκτικοποίηση αυτής της έντασης, βοηθάει στην αποφυγή παρεξηγήσεων και παρερμηνειών. Αντίστοιχα, η εκδήλωση τρυφερότητας ή αγάπης, ενώ για τον άνθρωπο που την επικοινωνεί μπορεί να είναι γνήσια και επαρκής ως έκφραση, ενδέχεται για τον άλλον που τη λαμβάνει να θεωρείται κενή και θεωρητική, ιδιαίτερα αν έχει πληγωθεί στο παρελθόν. Σε μια τέτοια περίπτωση μπορεί να απαιτείται και η αναλογική επικοινωνία για να διευκολυνθεί η επικοινωνία, π.χ. με τη συνοδεία μιας αγκαλιάς. Οι προσωπικές μας μεροληψίες, οι αναπαραστάσεις που έχουμε, τα βιώματά μας, παρεμβάλλονται στην ερμηνεία της επικοινωνίας και στη μετάφραση αυτής στα διαφορετικά επίπεδα.

Είναι σημαντικό να λαμβάνεται υπόψη ότι και τα δύο είδη επικοινωνίας είναι βάσιμα και έγκυρα. Επειδή κάποιος είναι πιο εξοικειωμένος με την ψηφιακή επικοινωνία και δεν μπορεί να εκφράζεται άνετα με το σώμα του, δε σημαίνει ότι δε νιώθει και δε συναισθάνεται γνήσια. Επειδή το προσωπικό στυλ κάποιου άλλου μπορεί να εδράζεται κατά κύριο λόγο στην αναλογική επικοινωνία και δεν έχει τη λεκτική ευχέρεια, δεν σημαίνει επίσης ότι η εκδήλωσή του υπολείπεται σ’ ένταση ή βάθος. Ιδανικά, και όταν δεν υπάρχουν διάφορες ψυχικές αγκυλώσεις, ο άνθρωπος μπορεί να κινείται ελεύθερα και να επιλέγει μεταξύ των δύο κατά το δοκούν, όντας παράλληλα δημιουργικός με το συνδυασμό και τη σύνθεσή τους σε μια ολιστική επικοινωνία και σχέση.

Το μοντέλο μπορεί να αναχθεί, πέρα από τις καθημερινές σχέσεις, και στη ψυχοθεραπεία. Ο Ίρβιν Γιάλομ μιλάει για θεραπευτική πράξη αντί για θεραπευτική λέξη. Με αυτήν την έννοια φέρνει στο προσκήνιο τη σημασία της σύνθεσης της ψηφιακής και της αναλογικής επικοινωνίας, όπου η πράξη είναι το πεδίο που και τα δύο είδη συναντώνται. Αυτό που δρα θεραπευτικά, που επιτρέπει μια γνήσια συνάντηση προσώπων, δεν είναι μια συγκεκριμένη φράση αλλά ότι εκείνη τη στιγμή υπάρχει ένας άνθρωπος που τη λέει με ενδιαφέρον και νοιάξιμο, όπως αυτά αποτυπώνονται στο βλέμμα του ή τη στάση του σώματός του.

Και με τα λόγια του ποιητή:

« … αφού έμαθα να γράφω μονάχα στη γλώσσα της αγαπημένης,
μια γλώσσα με αφθονία διφθόγγων και ιαχών
με σιωπές και ρηξικέλευθα σημεία στίξης. 
Οι άνθρωποι που τη μιλούν δε βαδίζουν πια ή είναι ακόμα αγέννητοι
και τη μιλούν πότε με λόγια
 πότε με τα χέρια και τα χείλη
ταξιδεύοντας για να βρουν τη στιγμή και την εικόνα
που φέρει το νόημα που αποζητούν»

Βιβλιογραφία

  • Watzlawick P., Bavelas J.B., Jackson D.D. (1967), Pragmatics of human communication, W.W. Norton & Company, New York – London
  • Yalom, Irvin D. The Gift of Therapy: An Open Letter to a New Generation of Therapists and Their Patients. New York: HarperCollins, 2002